Οι χρήσεις των βοτάνων ήταν ποικίλες στην αρχαιότητα. Κάθε τμήμα του βοτάνου είχε τη δική του χρησιμότητα, ανήκε σε κάποια συγκεκριμένη μαγική δύναμη και χρησιμοποιούταν σαν θυμίαμα, αλλά και σαν φάρμακο. Υπάρχουν πολλά αρχαία κείμενα που δηλώνουν ακόμα και με πιο τρόπο πρέπει να μαζευτεί το μαγικό φυτό.

Οι μορφές που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ήταν οι αλοιφές, τα μύρα, τα κηρώματα, τα αποζέματα, τα γαργαρίσματα, τα διαπάσματα, τα επιχρίσματα, τα θυμιάματα, τα παραπαστά κλπ. Ένα πολύ γνωστό θυμίαμα που αναφέρεται στους μαγικούς Πάπυρους, αλλά και στα αρχαία κείμενα, όπως του Διοσκουρίδη, Γαληνού κλπ, είναι το Κύφι (ή Κοίφι). Στο βιβλίο του ο Πλούταρχος, που ήταν ιερέας του Απόλλωνα στους Δελφούς, «περί Ίσιδος και Οσίριδος», αναφέρει:

«το Κύφι είναι ένα μίγμα που αποτελείται από 16 συστατικά. Από μέλι και κρασί, σταφίδες και κύπερο, (πεύκο) ρητίνη και σμύρνα, ασπάλαθρος και σέσελι. Επιπλέον της μαστίχας και άσφαλτο, θρύο και λάπαθο (ξινήθρα, οξαλίς), μαζί με τα δύο είδη των καρπών ιουνιπέρου, από τους οποίους ο ένας ονομάζεται μεγάλος και ο άλλος μικρός, κάρδαμο και αρωματικό κάλαμο. Και όλα αυτά τα συστατικά δεν αναμιγνύονται κατά τύχη αλλά σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στα ιερά βιβλία, το οποία διαβάζονται από τους κατασκευαστές των θυμιαμάτων ενώ τα αναμιγνύουν». Το κείμενο είναι:

"εἰ δὲ δεῖ καὶ περὶ τῶν θυμιωμένων ἡμέρας ἑκάστης εἰπεῖν, ὥσπερ ὑπεσχόμην, ἐκεῖνο διανοηθείη τις ἂν πρότερον, ὡς ἀεὶ μὲν οἱ ἄνδρες ἐν σπουδῇ μεγίστῃ τίθενται τὰ πρὸς ὑγίειαν ἐπιτηδεύματα, μάλιστα δὲ ταῖς ἱερουργίαις καὶ ταῖς ἁγνείαις καὶ διαίταις οὐχ ἧττον ἔνεστι [τουτὶ] τοῦ ὁσίου τὸ ὑγιεινόν. οὐ γὰρ ᾤοντο καλῶς ἔχειν οὔτε σώμασιν οὔτε ψυχαῖς ὑπούλοις καὶ νοσώδεσι θεραπεύειν τὸ καθαρὸν καὶ ἀβλαβὲς πάντῃ καὶ ἀμίαντον. ἐπεὶ τοίνυν ὁ ἀήρ, ᾧ πλεῖστα χρώμεθα καὶ σύνεσμεν, οὐκ ἀεὶ τὴν αὐτὴν ἔχει διάθεσιν καὶ κρᾶσιν, ἀλλὰ νύκτωρ πυκνοῦται καὶ πιέζει τὸ σῶμα καὶ συνάγει τὴν ψυχὴν εἰς τὸ δύσθυμον καὶ πεφροντικὸς οἷον ἀχλυώδη γινομένην καὶ βαρεῖαν, ἀναστάντες εὐθὺς ἐπιθυμιῶσι ῥητίνην θεραπεύοντες καὶ  καθαίροντες τὸν ἀέρα τῇ διακρίσει καὶ τὸ σύμφυτον τῷ ώματι πνεῦμα μεμαρασμένον ἀναρριπίζοντες ἐχούσης τι τῆς ὀσμῆς σφοδρὸν καὶ καταπληκτικόν. αὖθις δὲ μεσημβρίας αἰσθανόμενοι σφόδρα πολλὴν καὶ βαρεῖαν ἀναθυμίασιν ἀπὸ γῆς ἕλκοντα βίᾳ τὸν ἥλιον καὶ καταμιγνύοντα τῷ ἀέρι τὴν σμύρναν ἐπιθυμιῶσι· διαλύει γὰρ ἡ θερμότης καὶ σκίδνησι τὸ συνιστάμενον ἐν τῷ περιέχοντι θολερὸν καὶ ἰλυῶδες. καὶ γὰρ οἱ ἰατροὶ πρὸς τὰ λοιμικὰ πάθη βοηθεῖν δοκοῦσι φλόγα πολλὴν ποιοῦντες ὡς λεπτύνουσαν τὸν ἀέρα· λεπτύνει δὲ βέλτιον, ἐὰν εὐώδη ξύλα καίωσιν, οἷα κυπαρίττου καὶ ἀρκεύθου καὶ πεύκης.

"Και, αν πρέπει να μιλήσω και για τα θυμιάματα της κάθε μέρας, όπως ακριβώς το υποσχέθηκα, αυτό θα μπορούσε πρώτα ο καθένας να σκεφθεί, ότι δηλαδή πάντα οι άνθρωποι δίνουν πολύ μεγάλη σημασία στις ασχολίες που υπηρετούν την υγεία και ότι στις ιεροτελεστίες και καθάρσεις και τρόπους διατροφής εξίσου υπάρχει το όσιο και υγιεινό. Γιατί, θεωρούσαν ότι είναι αδιανόητο να λατρεύουν το καθαρό και αβλαβές ολικά και το αμόλυντο με σώματα και ψυχές τραυματισμένες και νοσηρές. Επειδή λοιπόν ο αέρας που κατεξοχήν χρησιμοποιούμε και με τον οποίο συνυπάρχουμε δεν έχει πάντοτε την ίδια σύνθεση και θερμοκρασία, αλλά τη νύχτα συμπυκνώνεται και πιέζει το σώμα και δημιουργεί ψυχοπλάκωμα και φροντίδες, έτσι που να γίνει βαρύθυμο και μελαγχολικό, μόλις σηκωθούν, αμέσως θυμιατίζουν με ρητίνη λατρεύοντας και εξαγνίζοντας τον αέρα με το θυμίαμα και αναζωογονούν την ψυχή που έχει μελαγχολήσει μέσα στο σώμα, γιατί η μυρουδιά έχει κάτι δυνατό και τονωτικό. Το μεσημέρι πάλι, επειδή αναπνέουν πολλές και βαριές αναθυμιάσεις, γιατί ο ήλιος με τη βία (με τις ζεστές του ακτίνες) τις προκαλεί από τη γη και τις αναμειγνύει με τον αέρα, θυμιατίζουν με σμύρνα. Γιατί, η θερμότητα διαλύει και διασκορπίζει τη δημιουργημένη στην ατμόσφαιρα θολότητα και ομίχλη σα λάσπη. Και οι γιατροί εξάλλου για τα λοιμώδη νοσήματα πιστεύουν πως τα βοηθούν, ανάβοντας μεγάλη φωτιά που καθαρίζει τον αέρα. Και καθαρίζει καλύτερα, αν κάψουν μυρωδάτα ξύλα, όπως είναι το κυπαρίσσι και η άρκευθος και το πεύκο.

Ἄκρωνα γοῦν τὸν ἰατρὸν ἐν Ἀθήναις ὑπὸ τὸν μέγαν λοιμὸν εὐδοκιμῆσαι λέγουσι πῦρ κελεύοντα παρακαίειν τοῖς νοσοῦσιν· ὤνησε γὰρ οὐκ ὀλίγους. Ἀριστοτέλης δέ φησι καὶ μύρων καὶ ἀνθέων καὶ λειμώνων εὐώδεις ἀποπνοίας οὐκ ἔλαττον ἔχειν τοῦ πρὸς ἡδονὴν τὸ πρὸς ὑγίειαν, ψυχρὸν ὄντα φύσει καὶ παγετώδη τὸν ἐγκέφαλον ἠρέμα τῇ θερμότητι καὶ λειότητι διαχεούσας. εἰ δὲ καὶ τὴν σμύρναν παρ' Αἰγυπτίοις σὰλ καλοῦσιν, ἐξερμηνευθὲν δὲ τοῦτο μάλιστα φράζει τῆς ληρήσεως ἐκσκορπισμόν, ἔστιν ἣν καὶ τοῦτο μαρτυρίαν τῷ λόγῳ τῆς αἰτίας δίδωσιν.

Λένε λοιπόν ότι ο γιατρός Άρκωνας διακρίθηκε στην περίοδο του μεγάλου λοιμού στην Αθήνα, συνστώντας να ανάβουν φωτιές κοντά στους αρρώστους. Γιατί, ωφέλησε πολλούς. Και ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι οι ωραίες μυρουδιές των μύρων και των λουλουδιών και των λιβαδιών, πέρα από την ευχαρίστηση, συμβάλλουν και στην υγεία, καθώς διασκορπίζουν ήρεμα τη θερμότητα και την απλότητά τους στον ψυχρό και παγωμένο από τη φύση του εγκέφαλο. Και, αν ονομάζουν στην Αίγυπτο τη σμύρνα σαλ, που μεθερμηνευόμενο σημαίνει την απρόσκοπτη ομιλία (τη θεραπεία της μελαγχολίας) παρέχει και αυτό κάποια εξήγηση στην ομιλία για την αιτία (της επανάκτησής της).

τὸ δὲ κῦφι μῖγμα μὲν ἑκκαίδεκα μερῶν συντιθεμένων ἐστί, μέλιτος καὶ οἴνου καὶ σταφίδος καὶ κυπέρου ῥητίνης τε καὶ σμύρνης καὶ ἀσπαλάθου καὶ σεσέλεως, ἔτι δὲ σχίνου τε καὶ ἀσφάλτου καὶ θρύου καὶ λαπάθου, πρὸς δὲ τούτοις ἀρκευθίδων ἀμφοῖν (ὧν τὴν μὲν μείζονα τὴν δ' ἐλάττονα καλοῦσι) καὶ καρδαμώμου καὶ καλάμου. συντίθενται δ' οὐχ ὅπως ἔτυχεν, ἀλλὰ γραμμάτων ἱερῶν τοῖς μυρεψοῖς, ὅταν ταῦτα μιγνύωσιν, ἀναγιγνωσκομένων.

Το κύφι πάλι είναι μίγμα από δεκαέξι συνηθισμένα είδη, από μέλι δηλαδή και κρασί και σταφίδα και κύπερο και ρητίνη και σμύρνα και ασπάλαθο και σέσελι και σχίνο και άσφαλτο και θρύο και λάπαθο με πρόσμειξη και με δύο ειδών άρκευθο, το μεγαλύτερο και το μικρότερο, καρδάμωμο και καλάμι. Και δεν τα αναμειγνύουν έτσι τυχαία, αλλά οι παρασκευαστές του διαβάζουν και ιερές ευχές όταν τα ανακατεύουν.

τὸν δ' ἀριθμόν, εἰ καὶ πάνυ δοκεῖ τετράγωνος ἀπὸ τετραγώνου καὶ μόνος ἔχων τῶν ἴσων ἰσάκις ἀριθμῶν τῷ χωρίῳ τὴν περίμετρον ἴσην ἀγαπᾶσθαι προσηκόντως, ἐλάχιστα ῥητέον εἴς γε τοῦτο συνεργεῖν, ἀλλὰ τὰ πλεῖστα τῶν συλλαμβανομένων ἀρωματικὰς ἔχοντα δυνάμεις γλυκὺ πνεῦμα καὶ χρηστὴν μεθίησιν ἀναθυμίασιν, ὑφ' ἧς ὅ τ' ἀὴρ τρεπόμενος καὶ τὸ σῶμα διὰ τῆς πνοῆς κινούμενον λείως καὶ προσηνῶς ὕπνου τε κρᾶσιν ἐπαγωγὸν ἴσχει καὶ τὰ λυπηρὰ καὶ σύντονα τῶν μεθημερινῶν φροντίδων ἄνευ μέθης οἷον ἅμματα χαλᾷ καὶ διαλύει· καὶ τὸ φανταστικὸν καὶ δεκτικὸν ὀνείρων μόριον ὥσπερ κάτοπτρον ἀπολεαίνει καὶ ποιεῖ καθαρώτερον οὐδὲν ἧττον ἢ τὰ κρούματα τῆς λύρας, οἷς ἐχρῶντο πρὸ τῶν ὕπνων οἱ Πυθαγόρειοι, τὸ ἐμπαθὲς καὶ ἄλογον τῆς ψυχῆς ἐξεπᾴδοντες οὕτω καὶ θεραπεύοντες.

Και ο αριθμός (δεκαέξι), αν και φαίνεται ότι αγαπιέται εξαιρετικά ως ο κατεξοχήν τετράγωνος που προκύπτει από τετράγωνο και που έχει μόνος αυτός την περίμετρο ίση με το εμβαδόν των τεσσάρων ίσων πλευρών του, ελάχιστα πρέπει να ομολογήσομε ότι συμβάλλει στην παρασκευή αυτού (του κύφι), αλλά τα περισσότερα φυτά που μπαίνουν στη πρόσμειξη, καθώς έχουν αρωματική δύναμη, αφήνουν γλυκιά ευωδιά και δημιουργούν ωφέλιμη ατμόσφαιρα, λόγω της οποίας ο αέρας ανακυκλώνεται, και το σώμα κινούμενο με την αναπνοή ελαφρά και άνετα δημιουργεί συνθήκες ύπνου και ξελύνει σαν κόμπους και εξαφανίζει τις στενοχώριες και εντάσεις των καθημερινών φροντίδων χωρίς να σε μεθά. Και το τμήμα μας ανοιχτό στη φαντασία και στο όνειρο το λειαίνει σαν καθρέπτη και το κάνει καθαρότερο και από τους ήχους της λύρας, που τους χρησιμοποιούσαν πριν από τον ύπνο οι Πυθαγόρειοι, εξορκίζοντας έτσι και καταπραΰνοντας τα πάθη και τους παραλογισμούς της ψυχής.

τὰ γὰρ ὀσφραντὰ πολλάκις μὲν τὴν αἴσθησιν ἀπολείπουσαν ἀνακαλεῖται, πολλάκις δὲ πάλιν ἀμβλύνει καὶ κατηρεμίζει διαχεομένων ἐν τῷ σώματι τῶν ἀναλωμάτων ὑπὸ λειότητος· ὥσπερ ἔνιοι τῶν ἰατρῶν τὸν ὕπνον ἐγγίνεσθαι λέγουσιν, ὅταν ἡ τῆς τροφῆς ἀναθυμίασις οἷον ἕρπουσα λείως περὶ τὰ σπλάγχνα καὶ ψηλαφῶσα ποιῇ τινα γαργαλισμόν. τῷ δὲ κῦφι χρῶνται καὶ πόματι καὶ χρίματι· πινόμενον γὰρ δοκεῖ τὰ ἐντὸς  καθαίρειν, .... χρῖμα μαλακτικόν. ἄνευ δὲ τούτων ῥητίνη μέν ἐστιν ἔργον ἡλίου καὶ σμύρνα πρὸς τὴν εἵλην τῶν φυτῶν ἐκδακρυόντων, τῶν δὲ τὸ κῦφι συντιθέντων ἔστιν ἃ νυκτὶ χαίρει μᾶλλον, ὥσπερ ὅσα πνεύμασι ψυχροῖς καὶ σκιαῖς καὶ δρόσοις καὶ ὑγρότησι τρέφεσθαι πέφυκεν· ἐπεὶ τὸ τῆς ἡμέρας φῶς ἓν μέν ἐστι καὶ ἁπλοῦν καὶ τὸν ἥλιον ὁ Πίνδαρος ὁρᾶσθαί φησιν  ‘ἐρήμης δι' αἰθέρος’, ὁ δὲ νυκτερινὸς ἀὴρ κρᾶμα καὶ σύμμιγμα πολλῶν γέγονε φώτων καὶ δυνάμεων οἷον σπερμάτων εἰς ἓν ἀπὸ παντὸς ἄστρου καταρρεόντων. εἰκότως οὖν ἐκεῖνα μὲν ὡς ἁπλᾶ καὶ ἀφ' ἡλίου τὴν γένεσιν ἔχοντα δι' ἡμέρας, ταῦτα δ' ὡς μικτὰ καὶ παντοδαπὰ ταῖς ποιότησιν ἀρχομένης νυκτὸς ἐπιθυμιῶσι."

Γιατί, οι ευωδιές (ό,τι οσφραινόμαστε) πολλές φορές επαναφέρουν τις αισθήσεις μας που μας εγκαταλείπουν και πολλές φορές μας χαλαρώνουν και μας ηρεμούν, καθώς οι μικροουσίες τους εισχωρούν στο σώμα μας λόγω της λεπτότητάς τους, όπως ακριβώς υποστηρίζουν μερικοί από τους γιατρούς ότι μας πιάνει ο ύπνος, όταν η αναθυμίαση της τροφής προκαλεί κάποιο γαργαλισμό, καθώς μοιάζει να κινείται απαλά γύρω από τα σπλάχνα και να τα ψηλαφεί. Το κύφι το χρησιμοποιούν και ως ποτό και ως αλοιφή. Γιατί, όταν πίνεται, μοιάζει να καθαρίζει το εσωτερικό μας και ως αλοιφή είναι μαλακτικό. Έξω από αυτά, η ρητίνη προκαλείται από τον ήλιο και τη σμύρνα την παράγουν τα φυτά σα δάκρυ και μερικά από αυτά που συμμετέχουν στη σύνθεση του κύφι ευδοκιμούν τη νύχτα περισσότερο, όπως όσα από την φύση τους μεγαλώνουν σε συνθήκες ψυχρών ανέμων και σκιάς και δροσιάς και υγρασίας. Γιατί, ο φως της ημέρας είναι ένα και απλό και ο Πίνδαρος, γράφει ότι ο ήλιος φαίνεται «με καθαρή ατμόσφαιρα», ενώ ο νυχτερινός αέρας είναι κράμα και πρόσμειξη πολλών φώτων και δυνάμεων, που μοιάζουν με σπέρματα που ρέουν από όλα τα άστρα σε ένα μέρος. Εύλογα λοιπόν τα πρώτα, ως απλά και οφείλοντα τη δημιουργιά τους στον ήλιο, τα καίνε την ημέρα, με τα δεύτερα όμως ως μεικτά και ποικίλα στις ποιότητες θυμιατίζουν με την έναρξη της νύχτας."

 Για το Κύφι, ο Διοσκουρίδης αναφέρει:

Το Κύφι είναι η σύνθεση ενός αρώματος, ευπρόσδεκτο στους θεούς: οι ιερείς στην Αίγυπτο το χρησιμοποίησαν άφθονα. Είναι μίγμα επίσης με Αντίδοτα και δινόταν σε ασθματικούς στο ρόφημα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι παραγωγής που υποστηρίζουν την κατασκευή του, στους οποίους είναι αυτός επίσης. Πάρε μισό σέξτο από κύπερο, πλήρης καρπούς ιουνίπερου όπως πριν, σταφίδων από ξερών 12 λίβρες [δύο 3-οβολούς κομμάτια ζυγισμένα 1 δραχμή ή περίπου 66.5 κόκκους. 100 δραχμές = 1 μνα ή λίβρα ή 15,2 ουγγιές]. Ρητίνη 5 λίμπρες από κάλαμο Αρωματικό, από ασπάλαθο και από Iuncusodoratus, από κάθε ένα, μία λίβρα από σμύρνα 12 δραχμές, από παλιό κρασί 9 σέξτους, από Ιερό 2 λίβρες. Βγάλε τα κουκούτσια από τις σταφίδες, κάνε σκόνη τις σταφίδες και επεξεργάσου τα μαζί με κρασί και σμύρνα και κάνε τα σκόνη και κοσκίνισε τα άλλα πράγματα ενώνοντάς τα μαζί με αυτά, και άφησέ τα να ρουφήσουν το υγρό για μια μέρα. Μετά βράσε το Ιερό, μέχρι αυτό γίνει ένα κολλώδες σταθερό, ανάμιξε τη ρητίνη που είναι λιωμένη προσεκτικά με αυτό και τότε κάνε σκόνη όλα τα άλλα πράγματα μαζί με επιμέλεια, βάλε τα σε ένα βάζο κεραμικό.
Επιμένω στο Κύφι για ένα μοναδικό λόγο. Είναι χαρακτηριστική η τελετουργία της παρασκευής του, κάτι που δείχνει άμεσα τους κανόνες που διέπουν την δημιουργία ενός θυμιάματος.
Η λέξη «Κύφι» είναι η ελληνική ονομασία της αρχαίας Αιγυπτιακής «kapet», που σημαίνει «λιβάνι». Υπάρχουν τρία Κύφι. Αρχικά, εμφανίζεται στα κείμενα των πυραμίδων και μνημονεύεται στον ιατρικό πάπυρο του Ebers Papyrus (1500 BC). Αποτελείται από εννέα υλικά βρασμένα σε μέλι (Lise Manniche, Sacred luxuries, σελίδα 55). Περίπου 1300 έτη μετά, η συνταγή για το Κύφι φαίνεται να έχει αλλάξει. Τώρα περιλαμβάνει δεκατρία υλικά και η βάση για τον πολτό δεν είναι αποκλειστικά μέλι, αλλά επίσης σταφίδες, οίνος και οίνος οάσεως (πιθανά φτιαγμένος από χουρμάδες). Υπάρχει μια συνταγή χαραγμένη στο ναό του Ένφου και μια στο ναό του Φιλαί. Τα υλικά είναι ακριβώς τα ίδια σε όλες τις τρεις περιπτώσεις και αλλάζει μόνο η αναλογία τους.

nooriya blogger facebook pinterest